Glossary entry

English term or phrase:

matching gift / matching fund / donation

Greek translation:

αντιστοίχιση/διπλασιασμός δωρεάς ή προσφορά αντίστοιχης/διπλάσιας δωρεάς

Added to glossary by Georgios Tziakos
Mar 18, 2015 09:49
9 yrs ago
5 viewers *
English term

matching gift / matching fund / donation

English to Greek Bus/Financial Human Resources
Καλημέρα, καμιά ιδέα για απόδοση του όρου;

«Those include benefits such as educational benefits, matching gift programs etc.»

για το matching από IATE: «προσφορά ίδιων όρων» , Reliability 3 (Reliable)

Σκέφτηκα «ισοστάθμιση δωρεάς» αλλά ακόμα και αυτό φαίνεται να αντισταθμίζει και όχι να ενισχύει την αρχική δωρεά: «κάνω δύο πράγματα να έχουν το ίδιο βάρος ή, συνήθ. μτφ., την ίδια βαρύτητα, έτσι που το ένα να εξουδετερώνει τις συνέπειες του άλλου·» (ΛΚΝ)

http://www.athinorama.gr/arts/article.aspx?id=2505180
http://en.wikipedia.org/wiki/Matching_gift

Ευχαριστώ εκ των προτέρων!

Proposed translations

+1
11 mins
Selected

αντιστοίχιση/διπλασιασμός δωρεάς ή προσφορά αντίστοιχης/διπλάσιας δωρεάς

Πρόσφατα απέδωσα περιγραφικά αυτή τη φράση.
Π.χ. The Company matched these associate donations = Η Εταιρεία προσέφερε χρηματική δωρεά αντίστοιχη του ποσού των δωρεών των συνεργατών της.

Πρόκειται για προγράμματα όπου για κάθε ευρώ που προσφέρουν οι εργαζόμενοι μιας εταιρείας σε κάποιον φιλανθρωπικό σκοπό, η εταιρεία προσφέρει το αντίστοιχο ποσό. (π.χ. 10 ευρώ ο εργαζόμενος και άλλα 10 ευρώ η εταιρεία).
Peer comment(s):

agree Nick Lingris : προγράμματα αντιστοίχισης δωρεών http://www.snf.org/el/dorees/apodektes/m/music-and-memory/hr...
14 hrs
Something went wrong...
4 KudoZ points awarded for this answer. Comment: "Σας ευχαριστώ πολύ και τους 2"
26 mins

Συμβατότητα δωρεάς ή χρηματοδότησης

Νομίζω ότι ο σύνδεσμος είναι κατατοπιστικός. Αυτή την απόδοση αντιλαμβάνομαι . Ελπίζω να σε βοηθήσει!
Something went wrong...
34 mins

Συμπληρωματική ή συνδυασμένη δωρεά

Δεδομένου ότι σε άλλο θέμα, που όμως αφορά χορηγήσεις/χρηματοδοτήσεις, οι αποδόσεις έχουν ως εξής:

- συμπληρωματική χορηγία (www.research.org.cy/...fund/.../__simpliromatiki_xorigia.ht...

- συνδυασμένη χρηματοδότηση (http://gnca.astro.noa.gr/minutes/pr040621.pdf σελ.3)

κάνω μια πρόταση για συμπληρωματική ή συνδυασμένη δωρεά.

--------------------------------------------------
Note added at 1 hr (2015-03-18 11:07:14 GMT)
--------------------------------------------------

Ευχαριστώ Γιώργο. Για δες τώρα: http://www.research.org.cy/el/cy_research_fund/20092010/pill...

Αν για κάποιο λόγο δε σου ανοίξει ούτε τώρα, βάλε στο Google "http://www.research.org.cy" μαζί με "συμπληρωματική χορηγία" και θα στο βγάλει.

--------------------------------------------------
Note added at 3 hrs (2015-03-18 12:58:44 GMT)
--------------------------------------------------

No worries Γιώργο, το θέμα είναι να βρεις αυτό που σου ταιριάζει :)
Note from asker:
Σ' ευχαριστώ Βασιλική, νομίζω το 1ο είναι ό,τι πρέπει για την περίπτωσή μου. Μπορείς μήπως να ελέγξεις τον σύνδεσμο σε .cy, μου βγάζει 404 error page (ακόμα κα αν βγάλω το %28 που φαίνεται να μπήκε στην αρχή)
Ελήφθη! Ευχαριστώ x2. Είναι πολύ καλή απόδοση, αλλά το πρόβλημα είναι πως το «συμπληρωματική/συνδυασμένη» δεν αποδίδει πλήρως το στοιχείο του διπλασιασμού (ουσιαστικά ό,τι δίνει κανείς, άλλο τόσο βάζει ο οργανισμός/εταιρεία). Νομίζω η απόδοση της Εύας είναι αρκετά ακριβής.
Something went wrong...
3 hrs

συναφή δωρεάν προγράμματα- συναφή κονδύλια/κεφάλαια-δωρεές

1 'matching gift' έπρεπε να είναι 'matching gift programs'
2. ' matching fund' ικάζω 'matching funds' - κονδύλια/κεφάλαια
3. donation' ικάζω 'donations'- δωρεές

--------------------------------------------------
Note added at 3 hrs (2015-03-18 13:03:58 GMT)
--------------------------------------------------

ΤΥΠ- εικάζω

--------------------------------------------------
Note added at 3 hrs (2015-03-18 13:05:16 GMT)
--------------------------------------------------

ΤΥΠ. 'εικάζω'

--------------------------------------------------
Note added at 3 hrs (2015-03-18 13:12:38 GMT)
--------------------------------------------------

Wiktionary:-
Επίθετο


συναφής, -ής, -ές

που έχει άμεση σχέση (συνάφεια) με κάτι, [[σχετικός], που μοιάζει]




Something went wrong...
Term search
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search